Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

ex post & ad finem

ex post & ad finem

Αν κάτι υπάρχει στην πράξη αυτή που να θαυμάζω
είναι, θαρρώ, η ανεξάντλητη σημειολογία της
τόση που να την νιώθω μέσα από 
τα κάθε είδους φίμωτρα να επιτίθεται.

Έτσι, παρά τη βουβαμάρα των εκατέρωθεν παραλογισμών 

ιδανικά μου στρώνει το χαλί της αποφώνησης. 
Και περπατώ:

Μαζί μας στο στούντιο απόψε, η Σιωπή 

όλα τα σκήπτρα φέρουσα, 
τον εκκωφαντικό της απουσίας ήχο στο δεξί
και στο ζερβό το Λόγο, τριπλομαγεμένο.

Κι αν θέλετε επεξήγηση, ex post, τελεστικά, 

αυτοπροσώπως ελάλησε ο Αρχιερέας της Εξόδου 
παραθέτοντας μάλιστα τον Όργουελ: (2:46+) 
Οι λέξεις είχαν πάρει, να το ξέρετε, 
το νόημα τ' ακριβώς τ' αντίθετο τους.
Και μες στην Σιωπή μεμιάς τις αναβαπτίζει
(από τόπο άλλον βέβαια-να μην είναι μιαρός
ώστε όταν στο εξής ποιότητα ακούτε 
να εννοείτε ακριβώς, θέαμα!

Μα να μην ξεχάσουμε και το Σκοτάδι 

που μαζί μας στα πλατώ εβρέθη
(όχι το πηχτό, μην μου τρομάζετε, 
το άλλο το τρομαχτικά κενό)
-χωρίς χιόνια πια μιας και 
                   τα ψηφιακά μας έκαψαν τα χρόνια.

Ικανό να αποτυπώνει αυτό ακριβώς που είναι
έτσι που και με κλειστά τα μάτια να το εμπιστεύεστε.
Φέρει, επί πλέον, του αναβαπτίσματος το χρίσμα: 
εικονικό κενό μα συνάμα και κενό εικόνας. Επιτέλους! 
Απ' όπου και να το κοιτάξεις φαίνεται, πια, το ίδιο.

Σ' αυτήν την απόλυτη, της Εξόδου, διαφάνεια
η απουσία ήχου ανεμπόδιστη διατρέχει την ολική έλλειψη εικόνας.


Και έπειτα, εκεί που υπομονετικά καρτερείς
ο Εκφωνητής/Παρουσιαστής να εμφανιστεί 
εκπληρώνοντας την Έξοδο, να ακουστεί
ομολογώντας-ως είθισται τελευταίος-το όνομά του, 
να μάθεις ποιον άκουγες, ποιανού βρε αδερφέ η γλώσσα
χωνόταν μες στ' αυτιά σου και ποιον έβλεπες,
ποιανού-τελοσπάντων-η εικόνα κατέκλυζε τα μάτια σου: 
το σήμα κόβεται κι επιστροφή δεν έχεις.(γαμώτο!)

Έπεσε μήπως το φως για ποτές του δεν ήτανε καθρέφτης;
Έβλεπα άραγε εμένα ή τον άλλον
ή μήπως, χειρότερα, τα χω τελείως χάσει 
κι άκουγα μέσα μου τόσον καιρό κάποιον να μου μιλά
και σ' όραμα μονάχα όλο το σκηνικό μου εμφανίσθη;

Στο κρίσιμο σημείο της σημειολογίας
σκοτάδι και σιωπή, σμικρυμένα, παντρεύονται,
πιάνουν ταχύτητες φωτός, δηλαδή εκσυγχρονίζονται
και γίνονται αιφνιδίως, Σφίγγα: 
                               Αδιαφανές πεδίο, μαύρη τρύπα. 





Από ένα άλλο σημείο, μη προσβάσιμο πια, 
(τον τρίτο της Σφίγγας όρο)
ακούς ήχους τελείως ακαθόριστους, 
φύλλων ίσως τσακίσματα, 
ελάχιστες μάλλον εκπνοές.
Και βλέπεις να διαγράφεται θολή 
ενός κάτι η φιγούρα.

Κι είναι πια πολύ αργά (άλλος θα έλεγε πολύ νωρίς;)
για να αναγνωρίσεις αυτά και σένα.
Κάποια στιγμή, κατά τη διάρκεια
της εξόδειας λειτουργίας, στην Α[γορά] 
προσφέρθηκαν θυσία.

ωρα π’αργοπεθαινουμε στου κόσμου μας

ωρα π’αργοπεθαινουμε στου κόσμου μας την ακρη που βυθιζομαστε αργά στο ιδιο μας το Δάκρυ τωρα που διχως εκρηξη μα ουτε και Λυγμό παρατηρηρουμε αδιαφορα τον ιδιο μας Πνιγμό...................


απο την καρακάξα  

Τωρα π’αργοπεθαινουμε στου κόσμου μας την ακρη
που βυθιζομαστε αργά στο ιδιο μας το Δάκρυ


τωρα που διχως εκρηξη μα ουτε και Λυγμό
παρατηρηρουμε αδιαφορα τον ιδιο μας Πνιγμό


Τωρα π’αργοβουλιαζουμε μες το δικο μας χρέος
κι οι ευρωπέη δειχνουνε ενα μεγάλο πέος








τωρα που πιά πληρωνουμε τα αμαρτηματα μας
και ηρθε ο λογαριασμός για τα ατοπήματα μας
Τωρα που το καραβιι μας μπατάρει πια και γέρνει
και μια Μαούνα γέρικη αργά αργά μας σερνει
Τωρα που της τα βγαλαμε τα μάτια της πατρίδας
και πεσαν στα χωράφια μας τα σμηνη της ακριδας


τωρα που δεν απεμεινε τιποτε να καεί
και εχει απομεινει ερημη η δολια μάνα – γή

τώρα που σακατέψαμε τα ιδια μας τα δάση
τιποτε δεν απεμεινε να μην εχουμε χασει 


τωρα που Βουρλιζομαστε στο δασος με τα Βούρλα
τριγυρω μας επικρατει το χάος και η μούρλα

-και μόνοι μας πληγωσαμε το ιδιο το Κορμί μας
μαζί με την πατριδα μας, χασαμε τη τιμή μας …

τωρα π’αργοπεθαινουμε στου κοσμου αυτου την ακρη
και π’ απ’τα αδεια μάτια μας δεν βγαινει ουτε δακρυ …


στο βαλτο καθώς πλέουμε με Ινδική πιρόγα
Θα νοσταλγησουμε ξανά του Μανιτου τη Ρόγα 
http://nosferatos.blogspot.com/2008/08/blog-post_7988.h

προορισμοί και πραγματικότητα

προορισμοί και πραγματικότητα





Ήταν ένα καλοκαίρι με μικρό παιδί και κόσμο τριγύρω περιορισμένο σε αυστηρά τυπικά πλαίσια.  Μπορούσα κι έδειχνα υπομονή σε πράγματα κι ανθρώπους που δεν ταίριαζαν με το σκεπτικό και τη φιλοσοφία μου που ήταν ακόμη στα σπάργανα,  εύκολα έλεγα ναι,  εύκολα έβαζα νερό στο κρασί μου,  δύσκολα όμως το αποδεχόμουν μέχρι την τελική ευθεία όπου σηκώθηκαν τείχη ώστε να προστατευτούν όλα αυτά τα μωρά που έκρυβα μέσα μου και που στην πορεία μεγάλωσαν και θέριεψαν κι απέκτησαν και άποψη και φωνή και κυρίως έμαθαν να φωνάζουν ΄΄όχι΄΄.
Εκείνο το καλοκαίρι,  μας έφταναν τα χρήματα για έναν ολόκληρο μήνα διακοπών στη χαλκιδική και περίσσευαν για ένα μικρό ταξιδάκι σε γειτονική χώρα. Ξένη χώρα, άλλος πολιτισμός,  άλλη πολιτική κατάσταση,  διαφορετικά τα πρόσωπα των ανθρώπων,  σκυθρωπά,  μαζεμένα,  μίζερα.  Τίποτα δεν έδειχνε πως περνούσαν καλά,  μαγαζιά με παιχνίδια λιγοστά που μας γύριζαν σε μια Ελλάδα του '50, πάμφθηνα,  ενώ εμείς πληρώναμε αδρά την Barbie και τον Ken που έσκαγαν μύτη από την εταιρεία matell μαζί με όσα τους συνόδευαν,  άλογα,  άμαξες,  ροζ μοτοσυκλέτες,  σοκολατερίες,  ρουχισμό κλπ
Αγοράσαμε ένα βαλιτσάκι με ιατρικά σύνεργα,  θερμόμετρο,  πιεσόμετρο,  ένεση όλα σε μικρογραφία περισσότερο για πλάκα που το κόστος του ήταν μηδαμινό για το πορτοφόλι μας.  Τότε ακόμη είχαμε μόνο μια κόρη,  ο γιός μου ήρθε 3-4 χρόνια μετά.
Το ξενοδοχείο ήταν συμπαθητικό και σε κάποια γωνία πολύ κοντά μια λουλουδού πουλούσε τριαντάφυλλα κήπου σχεδόν τσάμπα.  Αγοράσαμε ένα μεγάλο μπουκέτο χρώματα και βάλαμε τα κοτσάνια τους σε ένα ποτήρι με νερό πλάι στο παράθυρο.
Επίσης θυμάμαι ότι επισκεφτήκαμε ένα κατάστημα ηλεκτρικών ειδών,  είχαν πρωτοβγεί τα video εκείνη την εποχή,  ούτε cd ούτε dvd players παρά εκείνες οι μπαμπάτσικες κασέτες,  από τις πρώτες που νοίκιαζαν τα video club που κι αυτά έκαναν δειλά δειλά την εμφάνισή τους.
Το μαγαζί με τα ηλεκτρικά έμοιαζε λίγο πιο αξιοπρεπές από το παιχνιδάδικο αλλά διαδιδόταν ψιθυριστά πως ήταν μόνο για τους τουρίστες..  οι ντόπιοι είχαν εξευτελιστικα ποσά στο πορτοφόλι τους για να διεκδικήσουν.
Δεν ψωνίσαμε,  το ίδιο καλοκαίρι αποκτήσαμε video σαν δώρο από συγγενείς που είχαν κάνει ταξιδάκι στην Κύπρο.

Τα επόμενα καλοκαίρια πιάσαμε τα νησιά.  Θέλαμε να νιώθουμε τουρίστες στον τόπο μας κι όλη αυτή την ελευθερία και ατμόσφαιρα που σου δίνει το ''μπαίνω σε καράβι για να φτάσω κάπου''.  Δεν ξαναπήγαμε χαλκιδική ποτέ παρά ελάχιστες φορές,  ασήμαντες σχεδόν..

Πολλά νησιά,  μεγάλα,  μικρά πολλές φορές και δύο τη φορά.  Νεότεροι πηγαίναμε Κυκλάδες,  λιγότερο Δωδεκάνησα,  περισσότερο Σποράδες,  Αιγαίο πάντως,  πολύ αργότερα βουτήξαμε και στα παγωμένα γαλάζια του Ιονίου.  Θυμάμαι να πηγαίνουμε σε νησί και να ξεχνιόμαστε,  18 μέρες στην Πάτμο και για συνέχεια 5 μέρες Σάμο,  15 μέρες στην Πάρο και καπάκι μια βδομάδα Σαντορίνη.  Εκτός από τις πρώτες δυό φορές,  μετά πάντα με παιδί,  κι αργότερα με δυό παιδιά.  Ταξίδια ολόκληρα,  να ξεκινήσεις από Θεσσαλονίκη χαράματα,  να φτάσεις Πειραιά,  να περιμένεις το καράβι και το ίδιο βράδυ να βρεθείς στον ποθητό τόπο.  Τους χειμώνες λαχταρούσαμε προορισμούς και τα καλοκαίρια τους βιώναμε.

*

Θυμάμαι όλες εκείνες τις στιγμές με ιδιαίτερη συγκίνηση,  αν ήταν να τις ξαναζήσω δεν θα αφαιρούσα ούτε θα πρόσθετα τίποτα.

*

Αφιερωμένο το κείμενο στη συζήτηση που κάναμε χθες καθισμένοι κάτω από τη σκιά ενός δέντρου κάπου στην Αγ. Δημητρίου..

-αλήθεια τι θα προτιμούσες σκόπελο ή αλόννησο για φέτος
-χχμμμ (σκεψη)  μάλλον σκόπελο
-πόσα χρόνια έχουμε να πάμε;
-από το 2008
-εε ειναι πολλά τότε να πάμε
-χχμμ δεν είναι δύσκολο,  κι η αλόννησος θα ήταν όμορφη
-εε ναι αν θέλεις κάτι για λίγες μέρες
-δε θα μείνουμε πολύ,  τρεις νύχτες
-(γέλιο) μήπως πρέπει να πάμε το πρωί και να επιστρέψουμε το βράδυ;
-(σκέψη)
-θα νοικιάσουμε εκεί αυτοκίνητο
-ναι! δεν εχει καράβι από εδώ
-πρέπει να πάμε Βόλο
-(σκέψη)
-κι όταν τελειώσουν οι τρεις νύχτες θα έχουν πετάξει 1500 ευρώ
-(σκέψη)
-(απογοήτευση και συνειδητοποίηση της πραγματικότητας)

εδώ μαύρο





Ζω σε μια χώρα όπου δεν φταίω ποτέ εγώ.  Φταίει πάντα ο άλλος.  Και πρέπει να τον κριτικάρουμε,  να τον φτύσουμε,  να τον απολύσουμε..  να του ρίξουμε μια για να μάθει.  Κι αν τον δούμε να πονάει, να πεινάει,  να ψοφάει στο κρύο ακόμη καλύτερα.  Έφταιγε!  Περνούσε καλά ο γείτονας..  να του βγει το μάτι!
Φταίει πάντα ο άλλος και τον δείχνουμε να έτσι με το δάχτυλο!  Είσαι δημόσιος υπάλληλος ρε φίλε;  Εγώ σε πληρώνω..  ποιός;  ο ιδιωτικός!  Φύγε από τη μέση και θα διορθωθούν όλα.  [όπου ιδιωτικός βλέπε μικρομεγαλοεπιχειρηματίας που δεν έχει πληρώσει ποτέ φόρους,  μα ποτέ]

Μας έχει μείνει από τον εμφύλιο να χωριζόμαστε στη μέση;  Ιδιωτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι,  φιλοαριστεροί και φιλοδεξιοί,  Βροντάτσηδες και Φουρτουνάτσηδες..
Έλεος..  έλεος πια..  κανείς δε μπορεί να καταλάβει ότι το να βγει το μάτι του γείτονα στραβώνει κι εμένα;  Μας στραβώνει όλους;  Και κάνει τη χώρα μονόφθαλμη;
Υποβαθμιστήκαμε κι υποβαθμιζόμαστε. 
Είναι πολλές μα πάρα πολλές φορές τελευταία που δεν νιώθω να ζω σε δημοκρατικό κράτος.  Πίκρα..  μαύρο..  χούντα (αλήθεια ποιός φανταζόταν ότι θα ξαναχρησιμοποιούσαμε αυτές τις λέξεις που ήταν κάποτε και είναι ακόμη γροθιά στο στομάχι)!

Και κάτι άλλο..  σε κάθε τομέα υπάρχουν άνθρωποι και άνθρωποι μα κυρίως και δικοί μας άνθρωποι,  της διπλανής πόρτας..  δεν είναι όλα τα δάχτυλα ίδια,  δεν είναι δίκαιο να τους παίρνει όλους η μπόρα
υπάρχουν κι άλλοι τρόποι,  να ξεδιαλέξεις το χλωρό από το ξερό.  Πιό δίκαιοι,  πιο δημοκρατικοί..
Αλλά για ποιά δημοκρατία μιλάμε όταν κάποιοι κλάδοι που τόλμησαν να απεργήσουν πριν λίγο καιρό επιστρατεύτηκαν!

ανεπίδοτα γράμματα

ανεπίδοτα γράμματα





Όλα αυτά που θέλαμε να πούμε και δεν μοιραστήκαμε,  είτε από δειλία,  είτε από ντροπή,  είτε από εγωισμό,  είτε επειδή φοβηθήκαμε να μην γελοιοποιηθούμε..

μαγεία

μαγεία





Μαθαίνεις να αγνοείς τα όσα σου κάνουν κακό,  κλείνεις τα αυτιά σου κι οι λέξεις φεύγουν στο σύμπαν..
Κρατάς μόνο το τοπίο,  τη θάλασσα που είναι δίπλα σου,  την αμμουδιά,  την αλμύρα,  την μουσική στα αυτιά,  μια δυο σελίδες βιβλίου κι αυτό το μικρό έγκαυμα που την επόμενη μέρα σου θυμίζει την μαγεία που άγγιξες..
Δυο άνθρωποι μπορούν να κάνουν ένα πολύ καλό team μόνο που δεν είναι δυνατόν να συμφωνούν σε όλα..  ακόμη κι αυτή η αναλογία ταύτησης και διαφωνίας διαφέρει κατά καιρούς..  κι είμαστε σε τόσο δύσκολη φάση..

βασανίζομαι...όχι τώρα, απο παλιά και πάντα μου συνέβαινε αυτό....

βασανίζομαι...όχι τώρα, απο παλιά και πάντα μου συνέβαινε αυτό....

σκέψου οτι είσαι σε μια παρέα...
όλα μια χαρά και καλά περνάς
η παρέα ωραία και ευγενική
εσύ χαλαρά απολαμβάνεις την παρέα
τα ποτά σου ή τους καφέδες σου...
το μπάνιο σου στην θάλασσα
ή το γεύμα σου στο βουνό
(ναι θα γράψω κι άλλα)
απολαμβάνεις και το χαβαλέ

και ξαφνικά ακούς...

"σκάσεεεεε"




 τώρα ξανασκέψου...
είσαι με φίλες και κάνεις αυτά που κάνουν οι φίλες...
βόλτα στα μαγαζιά
καμιά τυρόπιτα στο χέρι
κανένας καφές σε καφετέρια

και ξαφνικά ακούς...
"σκάσεεεεε" 






άλλο σκηνικό...

είσαι μέσα σε ένα λεωφορείο μόνος σου
ολομόναχος και εννοώ δεν συνοδεύεσαι
υπάρχουν κι άλλοι συνοδοιπόροι αλλά δεν τους ξέρεις
και φυσικά καμία όρεξη δεν έχεις να τους μάθεις

και ξαφνικά ακούς...
"σκάσεεεεε"




 ή σκέψου οτι είσαι με το άλλο σου μισό
σε μια παραλία και περιμένεις να δεις την ανατολή...
η ανατολή αρχίζει να συμβαίνει
η θερμοκρασία αλλάζει
ε έχει λίγο περισσότερο κρύο την ώρα της ανατολής
ενα ζακετάκι το θες... 

και ξαφνικά ακούς...

"σκάσεεεεε" 






σας έχει συμβεί ποτέ????


εμένα μου συμβαίνει συνέχεια 
και δεν μπορώ να το καταπολεμήσω...
αν κρατηθώ...

θα σκάσω
θα εκραγούν τα αυτιά μου
θα νιώσω ζαλάδα
θα πεταχτούν τα μάτια μου έξω
θα με πονέσει η μύτη μου...
θα κοκκινίσω νιώθοντας οτι σκάω
ίσως να μου κοπεί και η ανάσα....
το στομάχι μου θα σφιχτεί

βοήθειααααα πνίγομαιαιαιαιαιι


πεθαίνωωωωω






χμ....να το συνεχίσω? θα αντέξετε να ακούσετε την συνέχεια?????







α έχω μια δουλειά...θα κάνω άλλη ανάρτηση σε λίγο
....ίσως και αύριο...


(ούτως ή άλλος δεν έχετε και σε πολλά blogs να πάτε
τους έπιασε όλους το καλοκαίρι, οι κ@...ες
κι εγώ δεν ξέρω τι άλλο τους  έπιασε
και δεν κάνουν πολλές αναρτήσεις)


«Α. Σικελιανός.

Του Σικελιανού η αμείλιχτη ευθύνη..

 

sikelianos
http://vlemma.wordpress.com/2013/06/23/tou-sikelianou-ameilikti-eythini/
 
Για μέρες πηγαινοερχόμουνα μ’ ένα βιβλίο στην τσάντα. Διάβαζα, τσάκιζα, υπογράμμιζα: τη φωνή του ποιητή να μιλάει για τη ζωή στον αιώνα του και για τα σημερινά.
Το βιβλίο: Κώστα Μπουρναζάκη «Α. Σικελιανός. Συνεντεύξεις και συνομιλίες», εκδ. Βικελαίας Βιβλιοθήκης. Σε συνέντευξη για το περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα, 5 Μαϊου 1945, ο Δημήτρης Φωτιάδης ρωτάει τον ιεροφάντη ποιητή: Ποια ήτανε τα συναισθήματά σας όταν αντικρύσατε τον πρώτο Γερμανό στρατιώτη; Λέει ο Σικελιανός:
«Ασφαλώς ούτε για Σας ούτε για με, τα φοβερά αυτά χρόνια που περάσαμε είναι μια ευκαιρία συγκέντρωσης εντυπώσεων κι ανεκδότων. Ηρθαν κ’ έφυγαν για να βαθύνουνε μέσα μας μια προϋπάρχουσα πνευματική εμπειρία και να μας τονώσουνε όσο είναι δυνατό περισσότερο το αίσθημα μιας αμείλιχτης ευθύνης.
»Τον πνευματικό άνθρωπο ποτέ δεν τον προκαταλαβαίνουνε τα γεγονότα. Τα βλέπει καθαρά να ‘ρχονται, με ‘βραδυσεισμική’ ή μ’ απότομη ‘σεισμική’ εκδήλωση, μεσ’ από τη γενική πνευματική μαζί και ιστορική πορεία της ανθρωπότητας. Γι’ αυτό και σπεύδω να Σας πω: Ο Μουσολίνι κι ο Χίτλερ δεν ήτανε για μένα ξαφνικά και απλά ‘συμπτωματικά’ φαινόμενα ή επιφαινόμενα της εποχής μας. Τους είχε προετοιμάσει το γενικότερο πνεύμα του αιώνα μας στη Δύση. [...]
»Να τι ένιωσα και νιώθω ολοένα απ’ τη στγμή που αντίκρισα τον πρώτο Γερμανό στρατιώτη στην Ελλάδα: Αγανάκτηση, αηδία κ’ ευθύνη, απροσμέτρητη πνευματική και ηθική ευθύνη για το μέλλον».
Παρακάτω. Τα Χριστούγεννα του 1952 ο Ηλίας Βενέζης γράφει στη Νέα Εστία μια ανάμνηση από τον Αγγελο Σικελιανό: πώς ένα χειμωνιάτικο βράδυ του 1949, σ΄ένα δείπνο φίλων, ηχογράφησαν τη φωνή του. Η ηχογράφηση ενσωματώθηκε σε δίωρο ντοκιμαντέρ των Τ. Ψαρρά-Κ. Μπουρναζάκη για τον Σικελιανό, στην ΕΤ1, και τώρα απόκειται στο ψηφιακό αρχείο της πρώην ΕΡΤ, κάπου. Γράφει ο Βενέζης:
«Δόξα σοι ο Θεός, εκείνη η ταινία με τη φωνή του σώθηκε. Σε σπάνιες ώρες, σε ώρες ανάγκης της ψυχής, παίρνω την κόρη μου κοντά μου, το παιδί γυρίζει το κουμπί στο μηχάνημα, ο Σικελιανός αρχίζει να μιλάη για τις ρίζες τις πρώτες και αν λέη στίχους. Ολα τότε γίνονται δύναμη και διάρκεια. Δύναμη και διάρκεια ελληνική. [...] Λέει η φωνή:
―Ημουνα είκοσι χρονώ παιδί. Τότε έφυγα εγώ στην Αίγυπτο, πήγα στην έρημο, και σε μια τέντα μέσα έγραψα τον Αλαφροΐσκιωτο σε μια βδομάδα. Πρίν φύγω στην έρημο είπα στην Εύα [Πάλμερ - σ.σ.]. Ημουν πολύ αγνός, πολύ τίμιος ώστε να ψευσθώ απέναντι ενός πράγματος που θα διαρκέσει όσο κι η ζωή μου. Της λέω: ‘Να παντρευτούμε; Ακουσε, της λέω. Εγώ τώρα γνωρίζω τη ζωή, τώρα μόλις την αναπνέω. Καταλαβαίνω τον εαυτό μου ότι θα κάνω πολλά πράματα που ίσως να μη σ’ αρέσουν. Νομίζω καλύτερα να μην παντρευτούμε’. Και την άφησα εκείνο το χάραμα κι έφυγα για την Αίγυπτο. Επήγα, έγραψα τον Αλαφροΐσκιωτο, κι όταν γύρισα ρωτώ και για την Εύα και για την αδερφή μου. [...] Η Εύα είχε πάει στη Λευκάδα σαν έφυγα στην Αίγυπτο, είχε πέσει στα γόνατα του πατέρα μου και της μητέρας μου και τους είπε: ‘Εγώ θα μείνω εδώ σα θυγατέρα σας, ωσότου θελήση καμιά φορά, μα σε δέκα, μα σε είκοσι χρόνια, να γυρίση. Δεχθήτε με να μείνω’.
Λοιπόν επήγα, έφταξα στις οχτώ η ώρα το πρωί. Η Εύα είχε γίνει πετσί και κόκκαλο. Εως τις εννιά είχε παχύνει, είχε αποχτήσει χρώμα, μια ζωντάνια απέραντη. Και κατά τις δέκα πήγαμε στον ελαιώνα της Λευκάδας…
»Ο Σικελιανός στάθηκε λίγο.
― Αυτή ήτανε η ζωή, είπε.
»Υστερα άρχισε να μιλά για τα μαλλιά της Εύας, που ήταν, λέει κοκκινωνά, και που κατέβαιναν τόσο κάτω απ΄τη φτέρνα της, και πώς τα έλουζε τα μαλλιά. Κι ύστερα, σχεδόν απότομα, άρχισε ν’ απαγγέλη απ’ το Διγενή. Το Διγενή το δικό του, θέλοντας ίσως να συνδέση την αρχή αρχή του ―τους χρόνους της Ερήμου και του Αλαφροΐσκιωτου όπου τον είχε τραβήξει η μνήμη― με τους ύστατους χρόνους του.
… Γύμνωσε ξάφνου το σπαθί
και τέτοια λάμψη είχε χυθεί
πα’ στη λεπίδα του, που λες Αρχάγγελος
απ’ τις ψηλές τις σφαίρες εκατέβαινε
να διαλαλήση αιώνιαν άνοιξη
κρατώντας μυγδαλιάς μακρί κλωνάρι …»
eva_palmer
Υστερα άρχισε να μιλά για τα μαλλιά της Εύας…
 

O ΔΑΙΜΟΝΑΣ (ά μέρος - απόσπασμα τρίτο)

ΤΕΤΆΡΤΗ, ΔΕΚΕΜΒΡΊΟΥ 27, 2006

O ΔΑΙΜΟΝΑΣ (ά μέρος - απόσπασμα τρίτο)


Είμαι Ψυχή· μια Ζωή και μια Μοίρα,
λύκος στην έρημο και μάχη και σεισμός,
κολάσεων πύλη, παράδεισου θύρα,
πόθος και έρωτας και νίκη και θυμός.


Είμαι Οργή· της φύσης μου η θήρα,
άφθαρτη ουσία και πορεία και σκοπός,
της σκέψης και του πάθους την πορφύρα
κι αίματα ντύθηκα, και μαύρος καλπασμός.


Κι έχω τη χαίτη που ‘χει το λιοντάρι
και χείμαρρου φωτιάς και καταρράχτη
ορμή, ματιά του τίγρη, αλκής τα θάρρη,

καπνούς αφήνω πίσω μου και στάχτη·
ρίζες στη Γη, σε μνήμα ή σε λάκκο,
φτερά της νυχτερίδας κι από δράκο.



© Θεοδόσης Βολκώφ

ΤΡΊΤΗ, ΔΕΚΕΜΒΡΊΟΥ 19, 2006

O ΔΑΙΜΟΝΑΣ (ά μέρος - απόσπασμα δεύτερο)


Η κόλαση με θέλησε δικό της
και τη φωτιά της έκανα καρδιά μου
και πόθησα τη Μάγισσα στης νιότης
το ξέσπασμα – γεννιέται η θάλασσά μου.


Κι είν’ από μαύρη οργή και το θυμό της
υψώνοντας σε κύματα η φωτιά μου
να την αρπάξει θέλει – στο βυθό της
να ζήσει εκεί γοργόνα μου, βαθιά μου.


Δεν ξέρω αν είν’ Αγάπη· είναι Μοίρα!
Κι εγώ ένας Δαίμονας Θεό ζωσμένος,
του πόθου και του πάθους η πλημμύρα,

αρχαίος και υπερήφανος, θλιμμένος,
σ’ εμέ η φωτιά δεσπόζει απ’ τα στοιχεία,
Δόξα μου κι Αρετή μου κι Αμαρτία.



© Θεοδόσης Βολκώφ

ΣΆΒΒΑΤΟ, ΔΕΚΕΜΒΡΊΟΥ 16, 2006

Ο ΔΑΙΜΟΝΑΣ (ά μέρος - απόσπασμα)



Εγώ που το κορμί σου αποθεώνω,
πέλμα κι αστράγαλο, μηρούς, κεφάλι,
σπόνδυλο σπόνδυλο που χαρακώνω
την πλάτη με τα δόντια και μ’ ατσάλι,

λαιμό που μου αφήνεται σε φόνο,
κοιλιά και στήθος σε σπασμό και πάλη,
με τα φτερά μου σ’ αγκαλιάζω μόνο
και σε τυλίγω από παντού θρύλων αιθάλη.

Βαθύ που απ’ το λαιμό αρχίζει αυλάκι,
το χέρι μου που βίαιο σε διαβάζει,
- εγώ της Γης ο λύκος κι όλ’ οι δράκοι -

των ώμων που αδράχνω άγριο ρίγος,
το βάρος μου σού δίνω που σπαράζει
και νόημα καινούργιο, θείο σφρίγος!



© Θεοδόσης Βολκώφ

Ο PIETRO ARETINO εν έτει 2013

ΤΡΊΤΗ, ΦΕΒΡΟΥΑΡΊΟΥ 19, 2013

Ο PIETRO ARETINO εν έτει 2013



Ο PIETRO ARETINO εν έτει 2013

Φίλτατοι ποιητές, σονετογράφοι,
μην εξαντλείστε εξαντλώντας ρίμες·
στραφείτε σε μηρούς, γλουτούς και κνήμες.
Υπέρτατο αυτό που η Φύσις γράφει

στα χοϊκότατα -και μόνο- εδάφη,
που δεν αναγνωρίζουν στίχων πλήμες.
Τις κρονικές απαρνηθείτε λήμες.
Ξεπερασμένοι πια κι οι πορνογράφοι

μοιάζουν την σήμερον που ο καθένας
πιο πίθηκος κι απ’ τους πιθήκους μοιάζει.
Αφήστε τα καμώματα της πένας·

κανέναν, όπως τότε, δεν ταράζει.
(Κι έτσι όπως ξεπετάτε τα σονέτα,
βρείτε και κάποια για καμιά ξεπέτα.)

© Θεοδόσης Βολκώφ

Υπέρ το δέον σε τραγούδησα, Ομορφιά...

ΔΕΥΤΈΡΑ, ΟΚΤΩΒΡΊΟΥ 15, 2012

Υπέρ το δέον σε τραγούδησα, Ομορφιά...


Υπέρ το δέον σε τραγούδησα, Ομορφιά…


Υπέρ το δέον σε τραγούδησα, Ομορφιά,
και σαν επάνω σου να το ‘χεις πάρει·
κι εγώ μαζί με τα υπόλοιπα σκυλιά,
πιο λιμαρό απ’ τα λιμαρά ζαγάρι.
Όμως το μέσα μου που στέκει κρατερό
και, ανέγνωρο, σε έχει τόσο υμνήσει,
ενώ διψά, μπορεί να φτύνει το νερό
και το ακατάλυτο μπορεί να καταλύσει.
Μην απορείς, λοιπόν, Περήφανη Ομορφιά,
και σπας μ’ αυτά το ωραίο σου κεφάλι·
μα γνώριζε – όσο μπορώ από τη μια
Θεά να σε λατρεύω, από την άλλη
– αν η Ανάγκη, λέω, το απαιτεί –
μπορώ, χωρίς το ελάχιστο να δείξω,
χάριν αυτού ακριβώς εντός μου που σε υμνεί,
με τα ίδια μου τα χέρια να σε πνίξω.


© Θεοδόσης Βολκώφ